Μαλάζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: μαλάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
по-шахрайському, malazo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαλάζω
μαλάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μαλάζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μακρύς στα ουκρανικά - самотній, сумовитий, довго
- μακρύτερος στα ουκρανικά - подальший, надалі, додатковий, далі, довше, довше за, найдовше
- μαλάκια στα ουκρανικά - молюски, молюсків, моллюски
- μαλακά στα ουκρανικά - спокійно, ніжно, нині-спокійно, м'яко, тихо-тихо, м`яко, лагідно
Τυχαίες λέξεις
Μαλάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: по-шахрайському, malazo
Μεταφράσεις: по-шахрайському, malazo