Λέξη: αστραπές

Σχετικές λέξεις: αστραπές

αστραπές και βροντές, αστραπές στα μάτια, αστραπέσ ονειροκρίτησ, αστραπές meteo, αστραπές βροντές, αστραπές και κεραυνοί, καλοκαιρινές αστραπές, αστραπές στην όραση, όνειρο αστραπές, αστραπές ιονια

Μεταφράσεις: αστραπές

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
lightning, lightnings, thunder, lightening, flashes
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
centella, relámpago, rayo, relámpagos, un rayo, el relámpago
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
blitz, blitzen, Blitz, Blitzschlag, Blitze, lightning
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
éclairs, fulgurer, paratonnerre, éclair, foudre, fulgurant, la foudre, l'éclair
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lampo, saetta, fulmine, fulmini, un fulmine, lampi
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
levemente, relâmpago, raio, corisco, raios, relâmpagos, um raio
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vuurstraal, schicht, flits, bliksemschicht, bliksem, hemelvuur, blikseminslag, de bliksem, verlichting, lightning
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
молния, молнии, молний, молнией, молниезащиты
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
lyn, lynnedslag, lynet, lightning, lynets
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
blixt, blixtar, blixtnedslag, lightning
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
salama, salaman, lightning, salamannopeita, salamoita
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
lyn, lynnedslag, lightning, lynet, lynets
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
blesk, hromosvod, blesku, bleskem, blesky, před bleskem
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
błyskawica, wyładowanie, piorun, błyskawicowy, lightning, pioruna, odgromowej
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
villám, villámlás, villámcsapás, a villám, villámvédelem
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şimşek, yıldırım, Lightning, yıldırımdan, aydınlatma
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
легковажність, блискавка, молния
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vetëtimë, rrufe, rrufeja, vetëtima, rrufe të
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мълния, светкавица, светкавици, мълнии, гръмотевична
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
блiскавiца, маланка, маланкі
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
välk, pikne, välgu, äike, pikselöögi, pikselöök
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
strijela, grom, munja, munje, udara munje, grmljavine
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
elding, eldingar, eldingu, eldingum, leiftur
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
fulgur
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žaibas, žaibo, nuo žaibo, lightning, apšvietimas
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
zibens, apgaismojums, varens, lightning
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
молњата, молња, громобранска, молњи, громови, гром
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fulger, fulgere, trăsnet, fulgerul, la trăsnet
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
blesk, strele, lightning, strelo, strelovodne, strela
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
blesk, blesku
Τυχαίες λέξεις