Ντοπάρω στα ουκρανικά
Μετάφραση: ντοπάρω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
наркотик, одурманювати, допінг
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντοπάρω
ντοπάρω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ντοπάρω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ντοκιμαντέρ στα ουκρανικά - документальний, документальні фільми
- ντομάτα στα ουκρανικά - помідор, помідорів, томат, томатний
- ντουέτο στα ουκρανικά - дует
- ντουλάπα στα ουκρανικά - наглядачка, шафу, стінна шафа, стінну шафу
Τυχαίες λέξεις
Ντοπάρω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: наркотик, одурманювати, допінг
Μεταφράσεις: наркотик, одурманювати, допінг