Πολύγλωσσος στα ουκρανικά
Μετάφραση: πολύγλωσσος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
багатолінійний, поліглот, полиглот
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πολύγλωσσος
πολύγλωσσος ο πρόεδρος χριστόφιας, πολύγλωσσος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πολύγλωσσος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πολυτελής στα ουκρανικά - розкоші, розкішно, жайворонок, розкішний, розкішне
- πολύ στα ουκρανικά - дуже-дуже, жвавість, дуже, піднесено, вельми, надто, значно
- πολύκροτος στα ουκρανικά - укладений, сенсаційний
- πολύμοχθος στα ουκρανικά - робота, старанний, важкий, важке, найважчий, складний, тяжкий
Τυχαίες λέξεις
Πολύγλωσσος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: багатолінійний, поліглот, полиглот
Μεταφράσεις: багатолінійний, поліглот, полиглот