Σκαθάρι στα ουκρανικά
Μετάφραση: σκαθάρι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рушати, баба, жук, вирушати, відправлятися
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκαθάρι
σκαθάρι στο φούρνο, σκαθάρι ονειροκρίτης, σκαθάρι ρινόκερος, σκαθάρι ψαρι, σκαθάρι του φοίνικα, σκαθάρι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σκαθάρι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σκίουρος στα ουκρανικά - білка, білку, білки, белка
- σκίτσο στα ουκρανικά - ескіз, накреслити, накреслювати
- σκαλίζω στα ουκρανικά - обробіть, мотижте, вирізувати, культиватор, ківш, розвивати, мотика, ...
- σκαλιστήρι στα ουκρανικά - штовхається, картопля, картошка, бульба
Τυχαίες λέξεις
Σκαθάρι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: рушати, баба, жук, вирушати, відправлятися
Μεταφράσεις: рушати, баба, жук, вирушати, відправлятися