Λέξη: ανθολογία

Σχετικές λέξεις: ανθολογία

ανθολογία της νεοελληνικής γραμματείας, ανθολογία του μαύρου χιούμορ, ανθολογία ελληνικού τραγουδιού, ανθολογία της οικονομίας, ανθολογία ελληνικής ποίησης, ανθολογία χαλάνδρι, ανθολογία σοκόλη, ανθολογία αποστολίδη, ανθολογία αρχαίας ελληνικής γραμματείας, ανθολογία ποιημάτων

Μεταφράσεις: ανθολογία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
anthology, Anthologia, anthology of, the anthology, & Anthology
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
antología, antología de, la antología, antológica, de antología
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anthologie, zusammenstellung, gedichtsammlung, Anthologie, Sammelband, Sammlung, Anthologien
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
anthologie, recueil, florilège, anthologie de, anthology
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
antologia, un'antologia, antologica, florilegio, antologico
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
antologia, anthology, antologia de, coletânea, antología
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bloemlezing, anthologie, bundel, anthology
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
антология, изборник, сборник, антологии, антологию, антологией
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
antologi, antologien, anthology
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
antologi, antologin
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
runokokoelma, kirjoituskokoelma, antologia, kokoomateoksessa, kokoomateos
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
antologi, antologien, anthology
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
antologie, výbor, sborník, antologii, sborníku
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
analogia, antologia, Anthology, antologii, antologię, antologią
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
antológia, antológiák
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
antoloji, antolojisi, anthology, bir antoloji, bir antolojisi
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
антологія, Антология, антологію
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
antologji, Anthology, Antologjia, analogjike, antologji më
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
антология, антологията, бъдеща антология, сборник
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
анталогія
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
antoloogia, valikkogu, anthology, antoloogias, kogumik
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
antologija, zbornik, antologiji, antologiju, antologijom
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Anthology, safnriti, Í safnriti, safnriti þessu
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
antologija, antologiją, antologijoje, Anthology, antologijos
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
antoloģija, antoloģiju, antoloģijā, antoloģijas, jūsu antoloģijā
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
антологија, антологијата, антологиски, Зборникот
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
antologie, antologia, antologii, antologie de, anthology
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
antologija, antologijo, zbornik, antologiji, anthology
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
antológie, antológia, antologie
Τυχαίες λέξεις