Τενόρος στα ουκρανικά

Μετάφραση: τενόρος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розвивання, розвиток, розбудову, направлення, тенор, тенора
Τενόρος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τενόρος

κόντρα τενόροσ, βαρύτονος τενόρος, ζητείται τενόρος, έλληνας τενόρος, τενόρος ορισμός, τενόρος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τενόρος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τεντώνομαι στα ουκρανικά - розтягати, спрямування, розтягнути, сягати, протяг, протягом, протязі, ...
  • τεντώνω στα ουκρανικά - розтягнути, роде, сягати, розтягнення, розтягання, плем'я, рід, ...
  • τεράστιος στα ουκρανικά - рабство, безмірний, величезний, чудовий, дива, неосяжний, маса, ...
  • τερατώδης στα ουκρανικά - гротескний, жахливий, дивовижний, страхітливий, потворний
Τυχαίες λέξεις
Τενόρος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: розвивання, розвиток, розбудову, направлення, тенор, тенора