Ψιλοβρέχω στα ουκρανικά
Μετάφραση: ψιλοβρέχω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мряка, невеликий дощ, дощ, з проясненнями, можливі грози
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψιλοβρέχω
ψιλοβρέχω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ψιλοβρέχω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ψιθυρισμός στα ουκρανικά - горілка, віскі, шепіт, Шипіт, Шепот, шепотіння
- ψιλή στα ουκρανικά - гарний, сухій, точний, хороша, виблискуючий, добре, гарно
- ψιλοβρόχι στα ουκρανικά - мряка, моросящій, моросящий, мжичить, що мжичить, мрячить
- ψιλός στα ουκρανικά - тонкий, витягувати, дрібно, дрібно | мілко, дрібно | мілко |
Τυχαίες λέξεις
Ψιλοβρέχω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: мряка, невеликий дощ, дощ, з проясненнями, можливі грози
Μεταφράσεις: мряка, невеликий дощ, дощ, з проясненнями, можливі грози