Λέξη: κρεμάστρα
Σχετικές λέξεις: κρεμάστρα
κρεμάστρα εισόδου, κρεμάστρα για ζώνες, κρεμάστρα παντελονιών, κρεμάστρα πόρτας, κρεμάστρα καλόγερος, κρεμάστρα ρούχων, κρεμάστρα στα αγγλικά, κρεμάστρα τοίχου, κρεμάστρα μπάνιου, κρεμάστρα για γραβάτες
Συνώνυμα: κρεμάστρα
κρεμαστάρι, κρέμων
Μεταφράσεις: κρεμάστρα
κρεμάστρα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hanger, rack, towel rack, coat hanger, towel
κρεμάστρα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
colgador, colgadero, percha, suspensión de, de suspensión, percha de
κρεμάστρα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
aufhänger, anhänger, kleiderbügel, Kleiderbügel, Aufhänger, Bügel, hanger
κρεμάστρα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cintre, pendentif, portemanteau, suspension, de suspension, hangar, crochet
κρεμάστρα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gruccia, gancio, appendiabiti, hanger, del gancio
κρεμάστρα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cabide, gancho, hanger, cabide de, gancho de
κρεμάστρα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hanger, hangertje, kleerhanger
κρεμάστρα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
кронштейн, крюк, крючок, кортик, серьга, тот, вешалка, вешалки, вешалка для, подвеска, подвес
κρεμάστρα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kleshenger, hengeren, hanger, henger
κρεμάστρα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hängare, hanger, hängaren, galge
κρεμάστρα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ripustin, Henkari, hanger, naulakko, ripustimen
κρεμάστρα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bøjle, strop, Hanger, bøjlen, rørbærer
κρεμάστρα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hák, věšák, ramínko, závěs, hanger, Věšák na
κρεμάστρα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pieczeniarz, pasożyt, zapychacz, wieszak, hanger, wieszaka, wieszak na, Zawieszka
κρεμάστρα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vállfa, akasztó, fogas, tartó, függesztő
κρεμάστρα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
askı, askısı, Hanger, askıları, askılığı
κρεμάστρα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гак, поки-то, якось-то, звисає, вішалка, вішак, Вешалка, вішалка на
κρεμάστρα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vegjë, hallkë, rrobash, frekuentues, vesh
κρεμάστρα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
закачалка, планки, окачвач, закачалка за, окачалка
κρεμάστρα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вешалка, вешалкі
κρεμάστρα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kronstein, riidepuu, kortik, eralennukite, hanger, riputi
κρεμάστρα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kuka, vješalica, petlja, vješalicu, vješalice, prišipetlja
κρεμάστρα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hanger, upphengju, hengistykki, á upphengju
κρεμάστρα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pakaba, kablys, pakabas, kabantis daiktas, kabintojas
κρεμάστρα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pakaramais, pakaramo, hanger, piekares, drēbju pakaramais
κρεμάστρα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
закачалката, закачалка
κρεμάστρα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cuier, umeraș, hanger, suspendare, umeras
κρεμάστρα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
obešalnik, hanger, obešalnik za, obešalnika, obešalnika za
κρεμάστρα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vešiak, ramienko
Τυχαίες λέξεις