Αλαζονεία στα πολωνικά

Μετάφραση: αλαζονεία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zadufanie, hardość, arogancja, urojenie, zarozumialstwo, zarozumiałość, buta, arogancji, arogancją, arogancję
Αλαζονεία στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλαζονεία

αλαζονεία ορισμος, αλαζονεία συνώνυμα, αλαζονεία αποφθέγματα, αλαζονεία ρητα, αλαζονεία λεξικό, αλαζονεία λεξικό γλώσσας πολωνικά, αλαζονεία στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • αλήθεια στα πολωνικά - doprawdy, prawdomówność, realnie, wiarygodność, prawdziwość, wierność, szczerość, ...
  • αλήτης στα πολωνικά - wędrować, tramp, wędrówka, deptać, łazik, przemierzać, włóczęga, ...
  • αλαζονικός στα πολωνικά - pyszałkowaty, zarozumiały, pochlebny, naglący, próżny, arogancki, butny, ...
  • αλαζόνας στα πολωνικά - arogancki, butny, koszulka, koszula, koszulę, koszuli, trykotowa
Τυχαίες λέξεις
Αλαζονεία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zadufanie, hardość, arogancja, urojenie, zarozumialstwo, zarozumiałość, buta, arogancji, arogancją, arogancję