Διορατικότητα στα πολωνικά
Μετάφραση: διορατικότητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
bystrość, orientacja, wnikliwość, przenikliwość, wgląd, intuicja, wglądu, spojrzenie
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διορατικότητα
διορατικότητα στα αγγλικα, διορατικότητα συνώνυμα, διορατικότητα τι σημαινει, διορατικότητα english, διορατικότητα σημασία, διορατικότητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, διορατικότητα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- διορίζω στα πολωνικά - przydzielić, oznaczyć, desygnować, zlecić, przyporządkować, nakazywać, cedować, ...
- διορατικός στα πολωνικά - bystry, ostrożny, przezorny, przenikliwy, perspicacious, przewidujący, mądry
- διοργάνωση στα πολωνικά - instytucja, zrzeszenie, organizacja, zrzeszanie, organizowanie, organizacji, organizacją, ...
- διορθώνω στα πολωνικά - trafny, odpowiedni, prawidłowy, korygować, cenzuralny, ortograficzny, skorygować, ...
Τυχαίες λέξεις
Διορατικότητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: bystrość, orientacja, wnikliwość, przenikliwość, wgląd, intuicja, wglądu, spojrzenie
Μεταφράσεις: bystrość, orientacja, wnikliwość, przenikliwość, wgląd, intuicja, wglądu, spojrzenie