Φοβάμαι στα πολωνικά
Μετάφραση: φοβάμαι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
obawa, lękać, bój, bojaźń, lęk, trwoga, przestrach, strach, obawiać, bać, cykor, strachu, strach przed
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φοβάμαι
φοβάμαι πως, φοβάμαι μπλε, φοβάμαι ότι θα πεθάνω, φοβάμαι μήπως συνηθίσω έτσι πάντα από μακριά να σ' αγαπώ, φοβάμαι στίχοι, φοβάμαι λεξικό γλώσσας πολωνικά, φοβάμαι στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- φοίνικας στα πολωνικά - wlepić, palma, dłoń, palm, palmy, palmowych
- φοίνιξ στα πολωνικά - feniks, phoenix, feniksa, feniksie
- φοβέρα στα πολωνικά - onieśmielenie, zastraszenie, znęcanie się, zastraszanie, mobbing, znęcanie, nękanie
- φοβίζω στα πολωνικά - przepłoszyć, trwożyć, przestraszyć, przerazić, zastraszyć, postraszyć, wystraszyć, ...
Τυχαίες λέξεις
Φοβάμαι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: obawa, lękać, bój, bojaźń, lęk, trwoga, przestrach, strach, obawiać, bać, cykor, strachu, strach przed
Μεταφράσεις: obawa, lękać, bój, bojaźń, lęk, trwoga, przestrach, strach, obawiać, bać, cykor, strachu, strach przed