Έμπνευση στα πορτογαλικά

Μετάφραση: έμπνευση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inspiração, a inspiração, de inspiração, da inspiração
Έμπνευση στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έμπνευση

έμπνευση συνώνυμο, έμπνευση και δημιουργία, έμπνευση λεξικό, έμπνευση άννα βίσση, έμπνευση ορισμός, έμπνευση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, έμπνευση στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • έμβρυο στα πορτογαλικά - embriões, feto, fetos, fetus, feto em, fetal
  • έμπιστος στα πορτογαλικά - fiel, confiável, trusty, confiança, de confiança
  • έμπορας στα πορτογαλικά - comerciante, negociante, mercadoria, mercador, mercante, comercial, comerciante de
  • έμπορος στα πορτογαλικά - revendedor, negociante, comerciante, concessionário, distribuidor
Τυχαίες λέξεις
Έμπνευση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: inspiração, a inspiração, de inspiração, da inspiração