Αναβάθμιση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αναβάθμιση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
até, actualizar, atualização, actualização, de atualização, atualização de, atualizar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναβάθμιση
αναβάθμιση android, αναβάθμιση υπολογιστή, αναβάθμιση facebook, αναβάθμιση windows 8.1, αναβάθμιση laptop, αναβάθμιση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αναβάθμιση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αναίσθητος στα πορτογαλικά - sujo, inconsciente, inconscientes
- αναίσχυντα στα πορτογαλικά - descaradamente, desavergonhadamente, vergonhosamente, despudoradamente, sem vergonha
- αναβάλλω στα πορτογαλικά - pospor, adiar, carteiro, tenda, barraca, baia, estábulo, ...
- αναβάτης στα πορτογαλικά - passageiro, passeio, cavaleiro, cavalgar, jóquei, jockey, jóquei de, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναβάθμιση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: até, actualizar, atualização, actualização, de atualização, atualização de, atualizar
Μεταφράσεις: até, actualizar, atualização, actualização, de atualização, atualização de, atualizar