Αναγνωριστικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αναγνωριστικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
identificação, de identificação, a identificação, identificação de, identificar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναγνωριστικός
αναγνωριστικός γραμματισμός, αναγνωριστικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αναγνωριστικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αναγνωρίζω στα πορτογαλικά - reconheça, apreciar, professar, convencer, idêntico, reconhecer, confessar, ...
- αναγνωριζόμενος στα πορτογαλικά - reconhecido, reconhecida, reconhecidos, reconhecidas, reconheceu
- αναγνώριση στα πορτογαλικά - reconhecimento, o reconhecimento, reconhecimento de, de reconhecimento, do reconhecimento
- αναγνώστης στα πορτογαλικά - lido, ler, assinante, leitor, leitor de, leitores, leitora, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναγνωριστικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: identificação, de identificação, a identificação, identificação de, identificar
Μεταφράσεις: identificação, de identificação, a identificação, identificação de, identificar