Επικοινωνία στα πορτογαλικά
Μετάφραση: επικοινωνία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
comunicação, de comunicação, a comunicação, comunicações, communication
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επικοινωνία
επικοινωνία ετυμολογία, επικοινωνία vodafone, επικοινωνία ορισμός, επικοινωνία τσμεδε, επικοινωνία wind, επικοινωνία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επικοινωνία στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επικερδής στα πορτογαλικά - lucrativo, rentável, proveitoso, rentáveis, lucrativa
- επικεφαλίδα στα πορτογαλικά - encabeçamento, cabeçalho, epígrafe, título, posição, posições, rubrica
- επικοινωνώ στα πορτογαλικά - comunicar, comunique-se, participar, se comunicar, comunicam, comunique
- επικουρία στα πορτογαλικά - zelo, ajuda, criado, preocupação, capacete, cuidado, ajudar, ...
Τυχαίες λέξεις
Επικοινωνία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: comunicação, de comunicação, a comunicação, comunicações, communication
Μεταφράσεις: comunicação, de comunicação, a comunicação, comunicações, communication