Ετοιμασία στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ετοιμασία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
disposição, arranjo, ajuste, preparação, elaboração, a preparação, prepara�o, preparação de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ετοιμασία
ετοιμασία για το μαιευτήριο, εκδόσεισ ετοιμασία, ετοιμασία νεκρού, ετοιμασία για τοκετό, ετοιμασία βιογραφικού σημειώματος, ετοιμασία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ετοιμασία στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ετερογενής στα πορτογαλικά - heterogéneo, heterogêneo, heterogênea, heterogénea, heterogêneos
- ετικέτα στα πορτογαλικά - marca, etiqueta, rotular, etiquetar, coreia, tag, etiqueta de, ...
- ετοιμόρροπος στα πορτογαλικά - periclitante, decrépito, em ruínas, ramshackle, desorganizado
- ετοιμότητα στα πορτογαλικά - prontidão, disponibilidade, disposição, preparação, a disponibilidade
Τυχαίες λέξεις
Ετοιμασία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: disposição, arranjo, ajuste, preparação, elaboração, a preparação, prepara�o, preparação de
Μεταφράσεις: disposição, arranjo, ajuste, preparação, elaboração, a preparação, prepara�o, preparação de