Χειρίζομαι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: χειρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lenço, dirigir, administrar, governar, guiar, manusear, punho, reger, gerir, manipular, manejar, controlar
Χειρίζομαι στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χειρίζομαι

χειρίζομαι συνώνυμα, διαχειρίζομαι στα αγγλικά, χειρίζομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χειρίζομαι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • χειμώνας στα πορτογαλικά - abanar, invernar, inverno, do inverno, de inverno, o inverno, winter
  • χειράμαξα στα πορτογαλικά - carro, carroça, caminhão, carrinho de mão, wheelbarrow, o wheelbarrow, carro de mão
  • χειραγωγία στα πορτογαλικά - conselho, aconselhar, persuadir, manipulador, manipulador de, manipuladora, manipulator, ...
  • χειραφέτηση στα πορτογαλικά - despedimento, alforria, libertação, emancipação, a emancipação, de emancipação
Τυχαίες λέξεις
Χειρίζομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: lenço, dirigir, administrar, governar, guiar, manusear, punho, reger, gerir, manipular, manejar, controlar