Λέξη: στάχτη

Σχετικές λέξεις: στάχτη

στάχτη και μπούρμπερη, στάχτη ως λίπασμα, στάχτη θα γίνεις κόσμε γερασμένε σου είναι γραφτός ο δρόμος της συντριβής, στάχτη στο ποτό, στάχτη θα γίνεις κόσμε γερασμένε, στάχτη παολα, στάχτη και burberry, στάχτη στα φυτά, στάχτη - solmeister x toquel - στάχτη, στάχτη για λίπασμα

Συνώνυμα: στάχτη

ερυσίβη, ασθένεια των φυτών, καπνιά, θράκα, ασβόλη, μισοκαμένο κάρβουνο, μισοκαμένο ξύλο, τέφρα

Μεταφράσεις: στάχτη

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ash, cinders, cinder, ashes, an ash
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fresno, ceniza, cenizas, escorias, cinders, carbonillas
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
esche, asche, Asche, Schlacke, Schlacken, cinders, Zunder
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cendre, frêne, cendres, des cendres, de cendres, scories
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cenere, frassino, ceneri, scorie, la cenere, braci
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
freixo, cinzas, cinza, cinders, brasas, as cinzas, cinzas de
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
es, as, sintels, cinders, koolslakken, de as
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ясень, пепел, зола, золы, огарки, шлаков
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
aske, ask, cinders, slagg
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
aska, ask, slagg, askan, aska kan, glöd
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tuhka, saarni, tuhkaa, kipinät, tuhkan, kuonan
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ask, aske, slagger, slagge, aske ikke, slaggen
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
jasan, popel, oharky, oharky nemohly, škváry, škvára
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
popiół, proch, arcydzięgiel, jesion, popioły, żużel, żużle, żużlem
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hamu, salak, salakot, A salak, salaktól, faszenet
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kul, köz, Cinders, kül, küller, cüruf
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зола, попіл, ясен
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hi, Cinders
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пепел, ясен, сгурия, саждите, сажди не, сажди да
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
попел
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
saar, saarepuu, tuhk, tuhk ei, tuhka, räbust, šlakk
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pepeo, jasen, prah, jesen, ugarci
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
aska, eski, gjall
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
cinis
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pelenai
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
osis, pelni, izdedži, izdedžiem, pelni nevarētu, izdedžus
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
cinders
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cenuşă, frasin, zgură, cenușă, cenusa, zgura, cenușa
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
opel, jasna, pepelom, pepela
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
popol, nespáliteľný zvyšok, popola

Στατιστικά δημοτικότητας: στάχτη

Τυχαίες λέξεις