Επαγωγή στα ρουμανικά

Μετάφραση: επαγωγή, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
inducție, inducerea, de inducție, inductie, inducția
Επαγωγή στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επαγωγή

επαγωγή όρκου, επαγωγή και παραγωγή, επαγωγή θερμότητας, επαγωγή στην πολυπλοκότητα, επαγωγή ετυμολογία, επαγωγή λεξικό γλώσσας ρουμανικά, επαγωγή στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • επαγγελματικός στα ρουμανικά - profesional, profesionist, profesională, profesionale, profesionala
  • επαγρύπνηση στα ρουμανικά - vigilenţă, vigilență, vigilența, de vigilență, vigilenta, vigilenței
  • επαινετός στα ρουμανικά - lăudabil, lăudabilă, lăudatul, mult lăudatul, lăudabile
  • επαινώ στα ρουμανικά - laudă, lauda, laude, de laudă, lăuda
Τυχαίες λέξεις
Επαγωγή στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: inducție, inducerea, de inducție, inductie, inducția