Επαγωγή στα αγγλικά
Μετάφραση: επαγωγή, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
induction, inference, inductance, induction of, inducing, induce
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: επαγωγή
deduction
- αφαίρεση
- έκπτωση
- συμπέρασμα
- κράτηση
- επαγωγή
- πόρισμα
- επαγωγή
- εγκαθίδρυση
- στρατολόγηση
- συμπέρασμα
- επαγωγή
- αντεπαγωγή
Σχετικές λέξεις: επαγωγή
επαγωγή όρκου, επαγωγή και παραγωγή, επαγωγή θερμότητας, επαγωγή στην πολυπλοκότητα, επαγωγή ετυμολογία, επαγωγή λεξικό γλώσσας αγγλικά, επαγωγή στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- επαγγελματικός στα αγγλικά - professional, occupational, vocational, Business, a professional
- επαγρύπνηση στα αγγλικά - alertness, vigilance, vigilant, alert, surveillance, awareness
- επαινετός στα αγγλικά - laudable, Epenetos
- επαινώ στα αγγλικά - commend, praise, laud, compliment, extol
Τυχαίες λέξεις
Επαγωγή στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: induction, inference, inductance, induction of, inducing, induce
Μεταφράσεις: induction, inference, inductance, induction of, inducing, induce