Αδράνεια στα σουηδικά

Μετάφραση: αδράνεια, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tröghet, tröghets, trögheten, tröghetsmoment
Αδράνεια στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδράνεια

αδράνεια μήτρας, αδράνεια επιχείρησης, αδράνεια εντέρου, αδράνεια φυσική, αδράνεια ατομικής επιχείρησης, αδράνεια λεξικό γλώσσας σουηδικά, αδράνεια στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αδιαφορία στα σουηδικά - dvala, apati, likgiltighet, likgiltigheten, likgiltig, likgiltigt
  • αδικία στα σουηδικά - orätt, orättvisa, orättvisor, orättvisan
  • αδρανής στα σουηδικά - lat, inaktiv, inaktivt, inaktiva, aktiv
  • αδρός στα σουηδικά - grov, grova, grovt, grövre
Τυχαίες λέξεις
Αδράνεια στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: tröghet, tröghets, trögheten, tröghetsmoment