Σμάρι στα τούρκικα

Μετάφραση: σμάρι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sürü, oğul, cirit atmak, kovanı terketmek, -den geçilmemek
Σμάρι στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σμάρι

σμάρι ηρακλείου, σμάρι λεξικο, σμάρι πεδιάδος, σμάρι λεξικό γλώσσας τούρκικα, σμάρι στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • σκώρος στα τούρκικα - güve, güvesi, moth, kelebek, kurt
  • σμάλτο στα τούρκικα - emaye, mine, emay, sır, enamel
  • σμήνος στα τούρκικα - sürü, akın, flok, sürüsü, flock
  • σμίγω στα τούρκικα - karışmak, karıştırmak, karışır, mingle, karışıyor
Τυχαίες λέξεις
Σμάρι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sürü, oğul, cirit atmak, kovanı terketmek, -den geçilmemek