Λέξη: λυπημένα
Σχετικές λέξεις: λυπημένα
λυπημένα στιχάκια, λυπημένα τραγούδια, λυπημένα δειλινά, φεγγάρια λυπημένα, λυπημένα πρόσωπα, λυπημένα ποιήματα
Μεταφράσεις: λυπημένα
λυπημένα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sadly, sad, sorrowfully, sadness, sorrowful
λυπημένα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tristemente, triste, tristes, tristeza, sad
λυπημένα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
erbärmlich, traurig, bedauerlich, leider, traurigerweise, traurige, traurigen, sad
λυπημένα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
tristement, malheureusement, triste, tristes, tristesse, sad
λυπημένα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
triste, tristi, sad, tristezza
λυπημένα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tristemente, triste, sad, tristes, vdhn, tristeza
λυπημένα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
triest, verdrietig, droevig, bedroefd, treurig
λυπημένα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
горестно, грустно, печально, жалобно, печальный, грустный, печальная
λυπημένα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
trist, triste, sad, lei
λυπημένα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sorgligt, ledsen, tråkigt, sorgliga, sorglig
λυπημένα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
surullisesti, surkeasti, surullinen, surullista, sad, surullisia, murheellinen
λυπημένα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
trist, ked, ked af, triste
λυπημένα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
smutný, smutné, smutná, sad
λυπημένα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
markotnie, niestety, ckliwie, smutnie, smutno, smutny, smutne, smutna, sad
λυπημένα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szomorú, Sad, ujvidek, a szomorú
λυπημένα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
üzücü, üzgün, hüzünlü, sad, üzücü bir
λυπημένα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сумно, жалібно, сумний, печальний
λυπημένα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i trishtuar, trishtuar, e trishtuar, të trishtuar, i pikëlluar
λυπημένα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тъжен, тъжно, тъжна, тъжни
λυπημένα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сумны, маркотны, журботны
λυπημένα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nukralt, kurb, sad, kurvaks, kurva
λυπημένα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
žalosno, tužno, tužan, tužna, tužni
λυπημένα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sorglegt, dapur, leiðinlegt, sorgmædd, sorgleg
λυπημένα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
liūdnas, liūdna, sad, liūdina
λυπημένα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
skumjš, skumji, bēdīgs, sad
λυπημένα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тажната, тажен, тажно, тажна, тажни
λυπημένα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
trist, tristă, trista, de trist, sad
λυπημένα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
žalostno, žalosten, sad, žalostni, žalostna
λυπημένα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
smutný, sad, smutné
Τυχαίες λέξεις