Alveolaar στα ελληνικά
Μετάφραση: alveolaar, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυψελιδικός, φατνιακό, κυψελιδικά, κυψελιδικού, φατνιακή, κυψελιδικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alustav στα ελληνικά - αρχή, έναρξη, εκκίνηση, εκκίνησης, την εκκίνηση, έναρξη λειτουργίας, εκκίνηση του
- alustus στα ελληνικά - μίζα, Starter, Βασικής, μίζας, στη Βασική
- amatöör στα ελληνικά - ερασιτέχνης, ερασιτεχνικός, ερασιτέχνες, ερασιτεχνικό, ερασιτεχνική, ερασιτέχνη
- amatöörlik στα ελληνικά - ερασιτεχνικός, ερασιτέχνια, amateurism, ερασιτεχνισμού, ερασιτεχνισμό, ερασιτεχνισμός
Τυχαίες λέξεις
Alveolaar στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυψελιδικός, φατνιακό, κυψελιδικά, κυψελιδικού, φατνιακή, κυψελιδικό
Μεταφράσεις: κυψελιδικός, φατνιακό, κυψελιδικά, κυψελιδικού, φατνιακή, κυψελιδικό