Ekskavaator στα ελληνικά
Μετάφραση: ekskavaator, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκσκαφέας, εκσκαφέα, εκσκαφείς, εκσκαφέων, ανασκαφέα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- eksitav στα ελληνικά - δόλιος, παραπλανητικός, απατηλός, παραπλανητική, παραπλανητικές, παραπλανητικά, παραπλανητικό, ...
- eksitus στα ελληνικά - λάθος, φτιάξιμο, σφάλμα, σφάλματος, λάθους, πλάνη
- eksklusiivne στα ελληνικά - αποκλειστικός, αποκλειστικότητα, αποκλειστική, αποκλειστικό, αποκλειστικά, αποκλειστικής
- ekskommunikatsioon στα ελληνικά - αφορισμός, Ο αφορισμός, αφορισμό, αφορισμού, excommunication
Τυχαίες λέξεις
Ekskavaator στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκσκαφέας, εκσκαφέα, εκσκαφείς, εκσκαφέων, ανασκαφέα
Μεταφράσεις: εκσκαφέας, εκσκαφέα, εκσκαφείς, εκσκαφέων, ανασκαφέα