Eksport στα ελληνικά
Μετάφραση: eksport, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξάγω, εξαγωγή, εξαγωγής, την εξαγωγή, εξαγωγών, εξαγωγές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ekspluateerimine στα ελληνικά - εκμετάλλευση, εκμετάλλευσης, αξιοποίηση, την εκμετάλλευση, αξιοποίησης
- eksponent στα ελληνικά - εκθέτης, εκθέτη, εκφραστής, εκφραστή, εκθετικό
- eksportija στα ελληνικά - εξαγωγέας, εξαγωγέα, εξαγωγείς
- eksportima στα ελληνικά - εξαγωγή, εξάγω, εξαγωγής, την εξαγωγή, εξαγωγών, εξαγωγές
Τυχαίες λέξεις
Eksport στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξάγω, εξαγωγή, εξαγωγής, την εξαγωγή, εξαγωγών, εξαγωγές
Μεταφράσεις: εξάγω, εξαγωγή, εξαγωγής, την εξαγωγή, εξαγωγών, εξαγωγές