Eluase στα ελληνικά
Μετάφραση: eluase, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στέγαση, στεγαστικός, κατοικία, κατοικίας, οικιστικές, στέγασης, οικιστικών
Μεταφράσεις
- eluaeg στα ελληνικά - ζωή, ζωής, τη ζωή, της ζωής, διάρκεια ζωής
- eluaegne στα ελληνικά - ζωή, ζωής, τη ζωή, της ζωής, διάρκεια ζωής
- elujaatav στα ελληνικά - θετικός, θετική, θετικό, θετικά, θετικές
- elujõud στα ελληνικά - κέφι, ζωτικότητα, ζωής, ζωντάνια, ζωτικότητας, τη ζωτικότητα
Τυχαίες λέξεις
Eluase στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στέγαση, στεγαστικός, κατοικία, κατοικίας, οικιστικές, στέγασης, οικιστικών
Μεταφράσεις: στέγαση, στεγαστικός, κατοικία, κατοικίας, οικιστικές, στέγασης, οικιστικών