Ettevaatlik στα ελληνικά

Μετάφραση: ettevaatlik, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσεκτικός, προληπτικός, επερχόμενο, προσεκτική, στον επερχόμενο, προσεκτικοί
Ettevaatlik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ettevaatamatu στα ελληνικά - απρόσεκτος, απερίσκεπτη, αλόγιστη, απροφύλακτος
  • ettevaatamatus στα ελληνικά - incautiousness
  • ettevaatlikkus στα ελληνικά - προφυλακτικότης, προφυλακτικότητα, επιφυλακτικότητα, περίσκεψη, η επιφυλακτικότητα
  • ettevaatlikult στα ελληνικά - προσεκτικά, προσοχή, με προσοχή, προσεκτική, προσεχτικά
Τυχαίες λέξεις
Ettevaatlik στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσεκτικός, προληπτικός, επερχόμενο, προσεκτική, στον επερχόμενο, προσεκτικοί