Λέξη: πομπός

Σχετικές λέξεις: πομπός

πομπός ραδιοφώνου, πομπός υπερήχων με ανιχνευτή κίνησης, πομπός παρακολούθησης, πομπός mp3/wma fm αυτοκινήτου, πομπός gps, πομπός fm, πομπός mp3/wma fm αυτοκινήτου - 61118, πομπός και δέκτης στην επικοινωνία, πομπός και δέκτης, πομπός am

Συνώνυμα: πομπός

αποστολέας, αποστολεύς, μεταδότης, διαβιβαστής, μεταβιβαστής

Μεταφράσεις: πομπός

πομπός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
transmitter, sender, powder puff, emitter, transmitter is

πομπός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
transmisor, emisor, transmisor de, del transmisor, el transmisor

πομπός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sendeanlage, absender, sender, zeichengeber, Sender, Senders, Transmitter

πομπός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
transmetteur, réalisateur, expéditeur, émetteur, l'émetteur, émission

πομπός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mittente, trasmittente, trasmettitore, del trasmettitore, trasmettitore di, il trasmettitore

πομπός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
transmissor, transmissor de, emissor, do transmissor, o transmissor

πομπός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
afzender, verzender, zender, transmitter, de zender, borstband

πομπός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отправитель, передатчик, радиопередатчик, трансмиттер, передатчика, преобразователь, датчик, передатчиком

πομπός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sender, avsender, senderen, transmitter, transmitteren

πομπός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sändare, sändaren, sändar

πομπός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lähetin, lähettäjä, lähettimen, lähetintä, lähettimeen

πομπός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
transmitter, senderen, sender, transmitteren, senderens

πομπός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vysílač, odesílatel, vysílače, převodník, snímač, převodníku

πομπός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nadajnik, przekaźnik, nadajnika, przetwornik, przetwornika

πομπός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
átadó, adóállomás, adó, távadó, jeladó, adóegység, adót

πομπός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
verici, vericisi, transmitter, vericinin, iletici

πομπός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відправник, радіопередавач, передавач, передатчик

πομπός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
transmetues, transmetuesit, transmetuesi, transmetuesi i, transmetues të

πομπός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
предавател, предавателя, трансмитер, трансмитера, на предавателя

πομπός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
перадатчык

πομπός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
andur, saatja, transmitter, saatjat, saatjaga

πομπός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mikrofon, radiostanica, odašiljač, predajnik, odašiljača, prijenosnik, predajnika

πομπός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sendandi, sendirinn, sendi, sendinn

πομπός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
siųstuvas, siųstuvo, siùstuvas, siųstuvą, daviklis

πομπός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
raidītājs, raidītāja, raidītāju, devējs

πομπός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
предавател, предавателот, трансмитер, предаватели, трансмисиска

πομπός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
transmiţător, transmițător, emițător, transmitator, emițătorului, emitator

πομπός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
oddajnik, oddajnika, oddajnikom, oddajni

πομπός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vysielač, prenášač
Τυχαίες λέξεις