Foto στα ελληνικά
Μετάφραση: foto, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωτογραφία, φωτογραφίζω, εικόνα, η φωτογραφία, φωτογραφιών, photo, διαθέσιμη φωτογραφία
Μεταφράσεις
- fossiil στα ελληνικά - απολίθωμα, ορυκτών, ορυκτά, τα ορυκτά, των ορυκτών
- fossiilne στα ελληνικά - απολίθωμα, ορυκτών, ορυκτά, τα ορυκτά, των ορυκτών
- fotoaparaat στα ελληνικά - κάμερα, φωτογραφική μηχανή, μηχανή, κάμερας, φωτογραφικής μηχανής
Τυχαίες λέξεις
Foto στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωτογραφία, φωτογραφίζω, εικόνα, η φωτογραφία, φωτογραφιών, photo, διαθέσιμη φωτογραφία
Μεταφράσεις: φωτογραφία, φωτογραφίζω, εικόνα, η φωτογραφία, φωτογραφιών, photo, διαθέσιμη φωτογραφία