Λέξη: τριπλός
Σχετικές λέξεις: τριπλός
τριπλός καθρέφτης, τριπλός αρνητικός καρκίνος του μαστού, τριπλός θερμαστής, τριπλός δεσμός, τριπλός πράκτορας, τριπλόσ διακόπτησ, τριπλός αρνητικός καρκίνος μαστού, τριπλός έλικας, τριπλός αρνητικός καρκίνος
Συνώνυμα: τριπλός
τρίπλαστος, τριμερής, τριπλασίως
Μεταφράσεις: τριπλός
τριπλός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
treble, threefold, triple, triplex, a triple
τριπλός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
triple, tres veces, triplicado
τριπλός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sopran, stäbchen, dreiteilig, dreifach, dreimalig, dreifache, dreifachen, dreifacher
τριπλός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ternaire, aigus, tripler, triple, soprano, triplé, trois fois, trois volets, triples
τριπλός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
triplice, tre volte, triplo, triplicato, tripla
τριπλός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
triplo, tríplice, tripla, três vezes, threefold
τριπλός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
drievoudig, drievoudige, drieledig, drieledige, verdrievoudigd
τριπλός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дискантовый, тройственный, дискант, утроенный, тройной, утраивать, троичный, втрое, три раза, в три раза, трехкратное
τριπλός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tredelt, tredoblet, trefoldig, tredobbelt, tredelte
τριπλός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
trefaldigt, trefaldiga, trefaldig, tredubbelt, threefold
τριπλός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kolminkertaisesti, kolminkertainen, kolmenlaisia, kolminkertaiseksi, kolme tavoitetta
τριπλός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
trefoldige, tredobbelt, tredobbelte, tredoblet, tredobling
τριπλός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ternární, soprán, trojnásobný, trojnásobek, ztrojnásobit, trojitý, trojí, trojnásobně, trojnásobné
τριπλός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
troisty, dyszkantowy, potroić, dyszkant, potrójny, trójdzielny, sopran, potrajać, wiolinowy, trojaki, potrójnie, trzykrotnie, trojakie
τριπλός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szoprán, háromszoros, hármas, háromszorosára, háromrétű, háromszorosan
τριπλός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
üçlü, üç kat, üç katlı, üç bölümden, üç katına
τριπλός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
потрійний, втричі, утричі, втроє, утроє
τριπλός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i trefishtë, trefishtë, trefish, të trefishtë, e trefishtë
τριπλός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
троен, трикратен, трикратно, три пъти, тройна
τριπλός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўтрая, утрая, тры разы, разы, у тры разы
τριπλός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kolmekordne, kolm, kolm korda, kolmekordset, kolmekordse
τριπλός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
trostruk, troznamenkast, utrostručiti, trostruko, tri puta, trostruka, tri puta više nego
τριπλός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þrefaldast, þríþætt, þrefaldan, þrefaldur, þrenns konar
τριπλός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
trigubai, trigubas, tris kartus, trejopas, trejopi
τριπλός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
trīskārtīgs, trīs reizes, trīskāršs, trīskārt, trīs mērķi
τριπλός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
три пати, трикратно, триделна, за трипати
τριπλός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
întreit, trei ori, de trei ori, triplu, triplă
τριπλός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
soprán, trojni, trojna, trikratno, trojen, trikrat
τριπλός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
soprán, trojnásobný, trojnásobok, trojnásobné, zodpovedá trojnásobku, trojnásobku
Τυχαίες λέξεις