Gaasipedaal στα ελληνικά

Μετάφραση: gaasipedaal, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αέριο, βενζίνη, επιταχυντής, επιταχυντή, γκαζιού, επιτάχυνσης, γκάζι
Gaasipedaal στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • füüsiline στα ελληνικά - σωματικός, σωματικά, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής
  • gaasiline στα ελληνικά - αεριώδης, αέρια, αέριων, αέριου, αέριες
  • gaasitama στα ελληνικά - βενζίνη, αέριο
  • gaasriie στα ελληνικά - γάζα, Tiffany, Τίφανι, το Tiffany
Τυχαίες λέξεις
Gaasipedaal στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αέριο, βενζίνη, επιταχυντής, επιταχυντή, γκαζιού, επιτάχυνσης, γκάζι