Katoliiklane στα ελληνικά
Μετάφραση: katoliiklane, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθολικός, Καθολική, Καθολικής, Καθολικό, Catholic
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- katmatus στα ελληνικά - γυμνότητα, γύμνια, γυμνό, το γυμνό, γυμνότητας
- katmine στα ελληνικά - κάλυψη, κάλυψης, την κάλυψη, η κάλυψη, πεδίο
- katoliiklik στα ελληνικά - καθολικός, Καθολική, Καθολικής, Καθολικό, Catholic
- katoliku στα ελληνικά - καθολικός, Καθολική, Καθολικής, Καθολικό, Catholic
Τυχαίες λέξεις
Katoliiklane στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθολικός, Καθολική, Καθολικής, Καθολικό, Catholic
Μεταφράσεις: καθολικός, Καθολική, Καθολικής, Καθολικό, Catholic