Kosk στα ελληνικά
Μετάφραση: kosk, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκπίπτω, πέφτω, πτώση, καταρράκτη, καταρράκτης, τον καταρράκτη, καταρράκτες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kosilane στα ελληνικά - μνηστήρας, μνηστίρας, εραστής, ενάγων, suitor
- kosmeetika στα ελληνικά - καλλυντικά, καλλυντικών, τα καλλυντικά, των καλλυντικών, καλλυντικών προϊόντων
- kosmeetikavahendid στα ελληνικά - καλλυντικά, Καλλυντικών, των καλλυντικών, Cosmetics, καλλυντικών προϊόντων
Τυχαίες λέξεις
Kosk στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκπίπτω, πέφτω, πτώση, καταρράκτη, καταρράκτης, τον καταρράκτη, καταρράκτες
Μεταφράσεις: εκπίπτω, πέφτω, πτώση, καταρράκτη, καταρράκτης, τον καταρράκτη, καταρράκτες