Lävepakk στα ελληνικά

Μετάφραση: lävepakk, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεζούλι, κατώφλι, όριο, κατωφλίου, ορίου, κατώτατο όριο
Lävepakk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • läte στα ελληνικά - κεφάλι, ηγούμαι, πηγή, πηγής, κώδικα, προέλευσης, πηγές
  • lävi στα ελληνικά - προκατάληψη, κατώφλι, Όριο, κατωφλίου, Threshold, Κατώτατο όριο
  • lääbakil στα ελληνικά - στραβά
Τυχαίες λέξεις
Lävepakk στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεζούλι, κατώφλι, όριο, κατωφλίου, ορίου, κατώτατο όριο