Lömitama στα ελληνικά

Μετάφραση: lömitama, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύρομαι, μπουσουλάω, σύρσιμο, γλείφω, γονατίζω, γονυπετώ, υποτάσσομαι, κυλιόμαι, grovel, σκύβουμε το κεφάλι, έρπω
Lömitama στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • löga στα ελληνικά - λάσπη, κυλώ, στάζω, γλίτσα, ίζημα, πτωχογειτονιά, παραγκούπολη, ...
  • lögane στα ελληνικά - ερωτικός, λάσπη, λάσπης, ιλυώδης, λασπωδών
  • lömitav στα ελληνικά - δουλοπρεπής, δουλική, η δουλική, δουλικής, τη δουλική
  • löss στα ελληνικά - κίτρινη ασβεστώδης λάσπη, loess, όπου παρατηρούνται απώλειες, ασβεστιτικός πηλός, ασβεστιτικός
Τυχαίες λέξεις
Lömitama στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύρομαι, μπουσουλάω, σύρσιμο, γλείφω, γονατίζω, γονυπετώ, υποτάσσομαι, κυλιόμαι, grovel, σκύβουμε το κεφάλι, έρπω