Palm στα ελληνικά

Μετάφραση: palm, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φοίνικας, παλάμη, παλάμης, φοίνικα, φοίνικες, φοινικέλαιο
Palm στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • avastamine στα ελληνικά - ανακάλυψη, ανακάλυψης, την ανακάλυψη, ανακάλυψή, η ανακάλυψη
  • geneetika στα ελληνικά - γενετική, γενετικής, τη γενετική, η γενετική, της γενετικής
  • kokkupuutepunkt στα ελληνικά - διατομή, σημείο επαφής, σημείου επαφής, κέντρο εξυπηρέτησης, σημείο επικοινωνίας, κέντρου εξυπηρέτησης
  • käerauad στα ελληνικά - χειροπέδες, τις χειροπέδες, χειροπεδών, χειροπέδες που, χειροπέδων
Τυχαίες λέξεις
Palm στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φοίνικας, παλάμη, παλάμης, φοίνικα, φοίνικες, φοινικέλαιο