Purjestus στα ελληνικά

Μετάφραση: purjestus, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στήνω, εξοπλίζω
Purjestus στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • häbematult στα ελληνικά - αναίσχυντα, ασύστολα, impertinently
  • juubel στα ελληνικά - ιωβιλαίο, εορτή, Jubilee, Ιωβηλαίο, ιωβηλαίου
  • lavastus στα ελληνικά - σταδιοποίηση, στάσης, σταδιοποίησης, διοργάνωση, ικριώματος
  • lööming στα ελληνικά - συμπλέκομαι, φιλονικία, καυγάς, συμπλοκή, καυγά, από φιλονικία
Τυχαίες λέξεις
Purjestus στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στήνω, εξοπλίζω