Röhitsus στα ελληνικά

Μετάφραση: röhitsus, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρέψιμο, Ερυγή, ερυγές, τάσεις για ρέψιμο
Röhitsus στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • koheselt στα ελληνικά - αμέσως, έγκαιρα, άμεσα, άμεση, πάραυτα
  • kolmas στα ελληνικά - τρίτος, τρίτες, τρίτο, τρίτη, τρίτων
  • koostöövalmis στα ελληνικά - συνεργάσιμος, συνεταιρισμός, συνεργατική, συνεταιρισμού, συνεταιρισμό
  • lastimine στα ελληνικά - φόρτωση, φόρτωσης, loading, τη φόρτωση, φορτώσεως
Τυχαίες λέξεις
Röhitsus στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρέψιμο, Ερυγή, ερυγές, τάσεις για ρέψιμο