Λέξη: μοιρογνωμόνιο
Σχετικές λέξεις: μοιρογνωμόνιο
μοιρογνωμόνιο χρηση, μοιρογνωμόνιο μεταλλικο, μοιρογνωμόνιο εργαλειο, μοιρογνωμόνιο βικιπαιδεια, μοιρογνωμόνιο μετρηση, μοιρογνωμόνιο 360, μοιρογνωμόνιο εκτυπωση, μοιρογνωμόνιο αγγλικα, μοιρογνωμόνιο λεξικό, μοιρογνωμόνιο online
Συνώνυμα: μοιρογνωμόνιο
γωνιόμετρο, παρατείνων
Μεταφράσεις: μοιρογνωμόνιο
μοιρογνωμόνιο στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
protractor, goniometer, angle quadrant, quadrant, Geodreieck
μοιρογνωμόνιο στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
transportador, prolongador, transportador de ángulos, de transportador, transportador de
μοιρογνωμόνιο στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
winkelmesser, Winkelmesser, Messer, protractor, Winkelmessers
μοιρογνωμόνιο στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rapporteur, rapporteur d'angles, rapporteur d'angle, un rapporteur, protractor
μοιρογνωμόνιο στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
goniometro, protractor, rapportatore, il goniometro, goniometrica
μοιρογνωμόνιο στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
transferidor, prolongador, protractor, do prolongador
μοιρογνωμόνιο στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gradenboog, hoekmeter, graden boog, geodriehoek, protractor
μοιρογνωμόνιο στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
протрактор, транспортир, угломер, гониометр, транспортира, транспортиром, Угломеры
μοιρογνωμόνιο στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vinkelmåler, transportør, vinkelmålere, protractor, vinkelmåleren
μοιρογνωμόνιο στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gradskiva, gradskivan, skiva, protractor
μοιρογνωμόνιο στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
astelevy, Astelevyn, protractor, astelevyä, astelevyllä
μοιρογνωμόνιο στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vinkelmåler, vinkelmåleren
μοιρογνωμόνιο στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
úhloměr, úhloměru, úhloměrem, protractor
μοιρογνωμόνιο στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kątomierz, protractor, kątomierza, tomierz
μοιρογνωμόνιο στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szögmérő, szögmérőt, protractor, szögmérővel, a szögmérő
μοιρογνωμόνιο στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
iletki, açıölçer, protractor, İletkinin, açı ölçer
μοιρογνωμόνιο στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зволікання, транспортир
μοιρογνωμόνιο στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
raportor
μοιρογνωμόνιο στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
транспортир, екстензор, разгъващ мускул
μοιρογνωμόνιο στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
транспарцір, транспартуецца
μοιρογνωμόνιο στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nurgamõõtur, mall, pikalevenitaja, protractor, protraktori, nurgamõõtjaga
μοιρογνωμόνιο στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kutomjer, uglomjer
μοιρογνωμόνιο στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
protractor
μοιρογνωμόνιο στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kampamatis, matlankis, protractor, Protraktor, Kątomierz
μοιρογνωμόνιο στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
transportieris, transportētājs, Protractor, transportieri, atrasti Protractor
μοιρογνωμόνιο στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
агломер, транспортир
μοιρογνωμόνιο στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
raportor, raportorul, protractor, un raportor, transportor
μοιρογνωμόνιο στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
protractor, Kotomer, in kotomer
μοιρογνωμόνιο στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
uhlomer, úhlomer
Τυχαίες λέξεις