Sära στα ελληνικά

Μετάφραση: sära, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σιταποθήκη, αχυρώνα, στάβλο, αχυρώνες, αχυρώνας
Sära στα ελληνικά

Μεταφράσεις

  • aklimatiseeruma στα ελληνικά - εγκλιματίζομαι, να, για να, σε, για, με
  • korporatiivne στα ελληνικά - εταιρικός, εταιρική, εταιρικής, εταιρικών, την εταιρική
  • munandikott στα ελληνικά - όσχεο, οσχέου, όσχεου, το όσχεο, scrotum
  • narrima στα ελληνικά - περιγελώ, χλευάζω, σαρκάζω, Gibe
Τυχαίες λέξεις
Sära στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σιταποθήκη, αχυρώνα, στάβλο, αχυρώνες, αχυρώνας