Silmnähtavalt στα ελληνικά
Μετάφραση: silmnähtavalt, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεκάθαρα, καθαρά, προφανώς, φανερά, προφανές, εμφανώς, προφανές ότι
Μεταφράσεις
- hõlbustama στα ελληνικά - διευκολύνω, διευκολύνουν, διευκόλυνση της, να διευκολύνει, να διευκολύνουν, διευκολυνθεί η
- loitsija στα ελληνικά - εξορκιστής, θαυματοποιός, ταχυδακτυλουργός, θαυματοποιός και, θαυματοποιού
- meistrivõistlused στα ελληνικά - πρωτάθλημα, πρωταθλήματος, Championship, Τσάμπιονσιπ, του πρωταθλήματος
- mõlemapoolne στα ελληνικά - αμοιβαίος, διμερής, διμερείς, διμερών, διμερή, διμερούς
Τυχαίες λέξεις
Silmnähtavalt στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεκάθαρα, καθαρά, προφανώς, φανερά, προφανές, εμφανώς, προφανές ότι
Μεταφράσεις: ξεκάθαρα, καθαρά, προφανώς, φανερά, προφανές, εμφανώς, προφανές ότι