Suupiste στα ελληνικά

Μετάφραση: suupiste, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεζές, σνακ, πρόχειρο φαγητό, κολατσιό, snack
Suupiste στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • doktor στα ελληνικά - ιατρός, γιατρός, γιατρό, το γιατρό, ο γιατρός, γιατρού
  • kaitserajatis στα ελληνικά - οχύρωση, οχύρωσης, οχυρωματικό, οχυρωματικά, οχυρωματικού
  • kärpimine στα ελληνικά - περισυλλογή, περιστολής, περικοπών, λιτότητας, λιτότητα
  • näuguma στα ελληνικά - νιαουρίζω, νιαούρισμα, γλάρος, Mew, τα Mew, Οι Mew
Τυχαίες λέξεις
Suupiste στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεζές, σνακ, πρόχειρο φαγητό, κολατσιό, snack