Λέξη: κατάκαρδα

Σχετικές λέξεις: κατάκαρδα

λυπημένοσ κατάκαρδα, κατάκαρδα λεξικό

Συνώνυμα: κατάκαρδα

εγκάρδια, εκ καρδιάς

Μεταφράσεις: κατάκαρδα

κατάκαρδα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
profoundly, heartily, to the heart, to heart

κατάκαρδα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
profundamente, cordialmente, sinceramente, a carcajadas, todo corazón, de todo corazón

κατάκαρδα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
tief, herzlich, von Herzen, herzhaft, ganzem Herzen, wärmstens

κατάκαρδα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
profondément, chaleureusement, bon cœur, de bon cœur, cordialement, tout cœur

κατάκαρδα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
di cuore, cordialmente, cuore, vivamente, di gusto

κατάκαρδα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cordialmente, sinceramente, vivamente, comem com prazer, heartily

κατάκαρδα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hartelijk, harte, van harte, heartily

κατάκαρδα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
глубоко, сердечно, от души, всей души, искренне, от всей души

κατάκαρδα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hjertelig, hjertelige, varmeste, varm, det varmeste

κατάκαρδα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
varmt, hjärtligt, helhjärtat, grundligt, kan varmt

κατάκαρδα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
syvästi, sydämellisesti, lämpimästi, innokkaasti, sydämestäni, makeasti

κατάκαρδα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hjerteligt, varmt, helhjertet, hjertelig, inderligt

κατάκαρδα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hluboce, srdečně, upřímně, vřele, pořádně, ze srdce

κατάκαρδα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
głęboko, dogłębnie, serdecznie, szczerze, całego serca, się serdecznie, gorąco

κατάκαρδα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szívélyesen, szívből, szívbõl, lelkesen, szívvel

κατάκαρδα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
içtenlikle, yürekten, kalpten, heartily, iştahla

κατάκαρδα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
глибокий, серцево, сердечно

κατάκαρδα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
përzemërsisht, me gjithë zemër, gjithë zemër, oreks, me oreks

κατάκαρδα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
от сърце, сърдечно, искрено, все сърце, от все сърце

κατάκαρδα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сардэчна

κατάκαρδα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
läbinisti, üdini, südamlikult, südamest, hingest, kogu südamest, soojalt

κατάκαρδα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
srdačno, srca, od srca, iskreno, zdušno činite

κατάκαρδα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hjartanlega, dátt, hjartanlega mæli, allvel

κατάκαρδα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nuoširdžiai, gardžiai, širdingai, noriai, energingai

κατάκαρδα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sirsnīgi, sirds, no sirds, labprāt, visas sirds

κατάκαρδα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
срце, срдечно, од срце, Искрено, срдечно Ви

κατάκαρδα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
din toată inima, toată inima, inimă, din inimă, poftă

κατάκαρδα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
prisrčno, iskreno, Srčno, srca, od srca

κατάκαρδα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
srdečne, srdcovo, úprimne
Τυχαίες λέξεις