Toimkond στα ελληνικά

Μετάφραση: toimkond, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κούραση, κόπωση, κόπος, επιτροπή, επιτροπής, ΟΚΕ, της επιτροπής, επιτροπή που
Toimkond στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ajal στα ελληνικά - σε, στο, κατά, στη, στην
  • kopsakas στα ελληνικά - τακτοποιώ, ζυγίζω, συγυρίζω, συγυρισμένος, ζυγιάζω, αρκετός, γερός, ...
  • lämbuma στα ελληνικά - πνίγω, στραγγαλίζω, φλομώνω, πνίγομαι, ασφυκτιούν, πάθουν ασφυξία, να πάθει ασφυξία, ...
  • meeleheitlik στα ελληνικά - απεγνωσμένος, απελπισμένος, απελπιστική, απελπισμένη, απελπισμένοι, απεγνωσμένη
Τυχαίες λέξεις
Toimkond στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κούραση, κόπωση, κόπος, επιτροπή, επιτροπής, ΟΚΕ, της επιτροπής, επιτροπή που