Toll στα ελληνικά
Μετάφραση: toll, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έθιμο, διόδια, τελωνείο, έθιμα, δασμολόγιο, τιμολόγιο, φόρος, τελωνειακός, τελωνειακές, τελωνειακή, τελωνειακό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ebaausus στα ελληνικά - ατιμία, ανεντιμότητα, ανειλικρίνεια, ανεντιμότητας, την ατιμία
- ehtne στα ελληνικά - γνήσιος, αυθεντικός, γνήσια, πραγματική, γνήσιο, πραγματικής
- kaardistamine στα ελληνικά - Χαρτογράφηση, Mapping, χαρτογράφησης, αντιστοίχιση, τη χαρτογράφηση
- lauspilves στα ελληνικά - συννεφιασμένος, μουντός, νεφελώδης, συννεφιά, Νεφώσεις, συννεφιάζω, έντονη συννεφιά
Τυχαίες λέξεις
Toll στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έθιμο, διόδια, τελωνείο, έθιμα, δασμολόγιο, τιμολόγιο, φόρος, τελωνειακός, τελωνειακές, τελωνειακή, τελωνειακό
Μεταφράσεις: έθιμο, διόδια, τελωνείο, έθιμα, δασμολόγιο, τιμολόγιο, φόρος, τελωνειακός, τελωνειακές, τελωνειακή, τελωνειακό