Vägivaldne στα ελληνικά

Μετάφραση: vägivaldne, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βίαιος, βίαιη, βίαιες, βίαιων, βίαια
Vägivaldne στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • habemeajaja στα ελληνικά - κουρέας, Κομμωτήριο, κουρέα, Barber, κουρείο
  • käsitsemine στα ελληνικά - μεταχείριση, χειρισμό, χειρισμού, χειρισμός, το χειρισμό, διαχείριση
  • liikumatult στα ελληνικά - ακίνητος, motionlessly, άνευ κίνησης
  • nurg στα ελληνικά - ανεμοδαρμένος, γυμνός
Τυχαίες λέξεις
Vägivaldne στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βίαιος, βίαιη, βίαιες, βίαιων, βίαια