Võti στα ελληνικά

Μετάφραση: võti, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ίχνος, κλειδί, πλήκτρο, βασικό, βασικά, βασικές
Võti στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • esilatern στα ελληνικά - προβολέας, προβολέα, προβολέων, φανού, προβολεα
  • liig στα ελληνικά - υπέρβαση, υπερβολή, περίσσεια, περίσσειας, υπερβαίνουν
  • loomine στα ελληνικά - δημιουργία, δημιουργίας, τη δημιουργία, σύσταση, δημιουργία θέσεων
  • läte στα ελληνικά - κεφάλι, ηγούμαι, πηγή, πηγής, κώδικα, προέλευσης, πηγές
Τυχαίες λέξεις
Võti στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ίχνος, κλειδί, πλήκτρο, βασικό, βασικά, βασικές