Λέξη: σκηνοθέτης

Σχετικές λέξεις: σκηνοθέτης

σκηνοθέτησ αυτοκτόνησε, σκηνοθέτης δημήτρης αρβανίτης, σκηνοθέτης φώτης βελέντζας, σκηνοθέτης αντώνης αγγελόπουλος, σκηνοθέτης στα ιταλικά, σκηνοθέτης στα αγγλικά, σκηνοθέτης - μη μου τους ήχους τάραττε download, σκηνοθέτης μη μου τους ήχους τάραττε, σκηνοθέτης στα γαλλικά, σκηνοθέτης νίκος μαστοράκης

Συνώνυμα: σκηνοθέτης

διευθυντής, σύμβουλος

Μεταφράσεις: σκηνοθέτης

σκηνοθέτης στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
director, stage director, filmmaker, a director, film director

σκηνοθέτης στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
gerente, director, realizador, directora, director de, el director, de dirección

σκηνοθέτης στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
regisseur, direktor, verwalter, Regisseur, Direktor, Leiter, Director

σκηνοθέτης στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cinéaste, directeur, administrateur, réalisateur, directrice, le directeur

σκηνοθέτης στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gerente, regista, direttore, regia, amministratore, director

σκηνοθέτης στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
director, regente, diretor, do diretor, diretor de, diretora

σκηνοθέτης στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bestuurder, directeur, beheerder, Director, regisseur

σκηνοθέτης στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
директор, дирижер, режиссер, управляющий, режиссёр, заведующий, руководитель, постановщик, директора, директором

σκηνοθέτης στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
leder, direktør, regissør, Director

σκηνοθέτης στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
regissör, direktör, regissören, direktören, chef

σκηνοθέτης στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
johtohenkilö, elokuvaohjaaja, ohjaaja, johtaja, hallinnollinen johto, johtajan, Director, johtajana

σκηνοθέτης στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bestyrer, direktør, leder, instruktør, direktøren, Director

σκηνοθέτης στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vedoucí, ředitel, direktor, režisér, ředitelem, ředitele, ředitelka

σκηνοθέτης στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
reżyser, zarządca, dyrektor, dyrektorem, dyrektora, kierownik

σκηνοθέτης στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vezérvonal, direktrix, igazgató, vezéregyenes, rendező, igazgatója, Vezető, Director

σκηνοθέτης στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
müdür, yönetmen, müdürü, direktörü, yönetmeni

σκηνοθέτης στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
управляючий, диригент, директор, директоре, директора

σκηνοθέτης στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
drejtor, drejtori, drejtori i, drejtor i, drejtoreshë

σκηνοθέτης στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
режисьор, директор, директор на, режисьора, ръководител

σκηνοθέτης στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дырэктар

σκηνοθέτης στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
direktor, lavastaja, direktori, juht, juhataja

σκηνοθέτης στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
direktor, dirigent, režiser, voditelj, upravitelj, redatelj, Ravnatelj, direktorica

σκηνοθέτης στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
forstjóri, leikstjóri, forstöðumaður, framkvæmdastjóri, forstöðumanns

σκηνοθέτης στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
rector

σκηνοθέτης στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vadybininkas, direktorius, valdytojas, vadovas, režisierius, direktoriaus, direktorių

σκηνοθέτης στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
menedžeris, režisors, vadītājs, direktors, direktore, direktora

σκηνοθέτης στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
директор, директорот, режисер, директор на, режисерот

σκηνοθέτης στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
director, directorul, director de, regizor, regizorul

σκηνοθέτης στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
režisér, režiser, direktor, direktorja, direktorica, vodja

σκηνοθέτης στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
režisér, riaditeľ, riaditeľa

Στατιστικά δημοτικότητας: σκηνοθέτης

Τυχαίες λέξεις